Πέμπτη, Ιουνίου 29, 2017

ΑΦΙΕΡΩΜΑ- Λάμπρος Κωνσταντάρας: Ο άρχοντας του ελληνικού κινηματογράφου (ΦΩΤΟ- ΒΙΝΤΕΟ)


Σαν σήμερα, 28 Ιουνίου 1985, έφυγε από τη ζωή σε ηλικία 72 ετών ο Λάμπρος Κωνσταντάρας, ένας σπουδαίος ηθοποιός με εκρηκτική προσωπικότητα, που χάραξε ...
με το πηγαίο ταλέντο του τη δική του ξεχωριστή πορεία στον χώρο του ελληνικού θεάτρου και κινηματογράφου.



Το διαπεραστικό του βλέμμα, η αρχοντική του παρουσία και το κωμικό κυρίως έμφυτο ταλέντο του τον καθιέρωσαν στη μεγάλη οθόνη ως έναν από τους πιο σημαντικούς ηθοποιούς της εποχής, αφήνοντας το στίγμα του στο θεατρικό σανίδι και στα κινηματογραφικά φώτα ως τον άνθρωπο που έσπαγε πλάκα, τον γυναικοκατακτητή τον αμετανόητο εργένη και κυρίως τον αιώνιο έφηβο.
Τα πρώτα χρόνια της ζωής του



Γεννήθηκε στην Αθήνα, με καταγωγή από Κωνσταντινούπολη, στις 13 Μαρτίου του 1913 στην οδό

Πλουτάρχου 13 στο Κολωνάκι, όπως τόνιζε χαρακτηριστικά και ο ίδιος θεωρώντας έντονη τη σχέση του με τον αριθμό 13. Είχε μόνο μια αδερφή, τη Μίτση Κωνσταντάρα, επίσης ηθοποιό, που τον λάτρευε και δεν άντεξε τον χαμό του. Στα πρώτα χρόνια της ζωής του δούλεψε κοντά στον πατέρα του μαθαίνοντας την τέχνη της χρυσοχοΐας, εκδηλώνοντας τη μεγάλη του αγάπη για τον αθλητισμό, αφού ήταν αθλητής της ΑΕΚ, τερματοφύλακας στην Β΄ομάδα την περίοδο 1929-30 και αθλητής στίβου σε αγωνίσματα ταχύτητας.



Ύστερα από παρότρυνση των γονιών του και μόνο, σπούδασε στη Σχολή των Υπαξιωματικών του Ναυτικού στην Κέρκυρα, όπου ασχολήθηκε παθιασμένα με το ποδόσφαιρο, αλλά μην μπορώντας να ακολουθήσει επαγγελματικά τη σχολή του δραπέτευσε με καράβι προς τον Πειραιά, γλιτώνοντας τελικά το Στρατοδικείο ύστερα από παρέμβαση των γονιών του που είχαν αριστοκρατική καταγωγή.



Τα βήματά του τον οδήγησαν στο Παρίσι της Γαλλίας, για να σπουδάσει την τέχνη του πατέρα του, τη χρυσοχοΐα, ώστε να αναλάβει την οικογενειακή επιχείριση.





Οι απαρχές της ενασχόλησής του με την υποκριτική έχουν τις ρίζες τους στο Παρίσι, όπου τυχαία βρέθηκε να παίζει ως κομπάρσος σε μια ταινία και έπειτα σε μια θεατρική παράσταση του Λουί Ζουβέ, ενός σπουδαίου Γάλλου σκηνοθέτη. Ο κόσμος της τέχνης γέννησε μέσα του το μικρόβιο της υποκριτικής και αποφάσισε να κάνει στροφή στην καριέρα του, έχοντας στο πλευρό του τον σκηνοθέτη Λουί Ζουβέ, που τον μαθήτευσε στην τέχνη του θεάτρου. Η πρώτη του καλλιτεχνική εμφάνιση ήταν στο θέατρο με το «Σχολείο Γυναικών» του Μολιέρου. Το 1938 επιστρέφει οριστικά στην Ελλάδα, όπου εργάζεται πλέον επαγγελματικά ως ηθοποιός. Με την επιστροφή του στη χώρα καταγωγής του ξεκινά μια καριέρα που περιλαμβάνει 40 χρόνια λαμπρής πορείας στον χώρο του θεάτρου και του κινηματογράφου με 191 έργα να περιλαμβάνουν την παρουσία του και το υποκριτικό του ταλέντο.


Η καριέρα του

Η πρώτη επίσημη εμφάνιση του στο θεατρικό σανίδι της Ελλάδας έλαβε χώρα το 1938, όταν συμμετείχε στην παράσταση «Τα παράσημα της γριούλας» του Φ. Μπάρυ με τον θίασο της Κατερίνας Ανδρεάδη, ενώ η τελευταία του θεατρική παράσταση πραγματοποιήθηκε τον χειμώνα του 1978 με τη δική του θεατρική επιχείριση, τον λεγόμενο θίασο Λάμπρου Κωνσταντάρα-Νίκου Ρίζου-Μάρως Κοντού στο μιούζικαλ «Τρελές επαφές ρωμέικου τύπου» του Κώστα Πρετεντέρη. Ωστόσο η καθιέρωση του στο ευρύ κοινό έγινε κυρίως μέσα από τη συμμετοχή του στη μεγάλη οθόνη, όπου διατηρούσε πρωταγωνιστικούς και πρώτους ρόλους σε 90 περίπου ταινίες. Μπορεί η κωμική του ερμηνεία να είναι αυτή που κυριαρχεί στη μνήμη του κόσμου, ωστόσο οι πρώτοι ρόλοι που υποδύθηκε είχαν δραματική χροιά και τη γοητεία ενός ζεν πρεμιέ.

Κάποιες από τις πιο γνωστές ταινίες στις οποίες συμμετείχε ήταν:


Υπάρχει και φιλότιμο (1965)








Ο άνθρωπος που έσπαγε πλάκα (1972)


Η Βίλα των Οργίων (1964)


Τι 30, τι 40, τι 50 (1072)
Κάτι κουρασμένα παλικάρια(1967)
Τζένη Τζένη (1966)


Η Αλίκη στο Ναυτικό(1961)


Χτυποκάρδια στο θρανίο(1963)
Η κόρη μου η σοσιαλίστρια (1966)



Ο Λάμπρος Κωνσταντάρας διακρίθηκε με το βραβείο του Α’ Ανδρικού ρόλου στο Φεστιβάλ Κινηματογράφου της Θεσσαλονίκης το 1969 για την ερμηνεία του στην ταινία «Ο Μπλοφατζής».



Έπαιξε επίσης σε 4 ταινίες που γυρίστηκαν στη Γαλλία τη δεκαετία του 1930, οι τρεις από τις οποίες ήταν, «Αν ξανανεβούμε προς τα Ηλύσια Πεδία», «Σχολείο γυναικών», «Κουρσάρος», καθώς και σε μια ταινία που γυρίστηκε στην Αίγυπτο. Τελευταία εμφάνισή του στη μεγάλη οθόνη έγινε μέσα από την ταινία «Ο Λαμπρούκος Μπαλαντέρ». Στην τηλεόραση ξεχώρισε ιδιαίτερα στο σίριαλ «Εκείνες και εγώ», που προβλήθηκε την περίοδο 1976 – 1977, στον ρόλο του γυναικοκατακτητή Ζάχου Δόγκανου.

Κατά τη διάρκεια της πορείας του στον χώρο συνεργάστηκε με σημαντικούς ηθοποιούς όπως τη ΜαρίκαΚοτοπούλη, την Τζένη Καρέζη, τη Μάρω Κοντού, τον Νίκο Ρίζο, τον Ντίνο Ηλιόπουλο, την Αλίκη Βουγιουκλάκη και την Έλλη Λαμπέτη. Ιδιαίτερα ξεχωριστό κινηματογραφικό δίδυμο ήταν με τη Μάρω Κοντού. Αρκετοί ήταν αυτοί που τους ήθελαν ζευγάρι και στην πραγματική ζωή. Ιδιαίτερα αγαπητός βέβαια ήταν και στον ρόλο του κινηματογραφικού πατέρα της Αλίκης Βουγιουκλάκη.
Η προσωπική του ζωή

Ο Λάμπρος Κωνσταντάρας ήταν λάτρης του γυναικείου φύλου, αρκετές γυναίκες πέρασαν από τη ζωή του, αλλά τέσσερις ήταν εκείνες που διαδραμάτισαν ουσιαστικό ρόλο στην πορεία του. Παντρεύτηκε πρώτη φορά το 1945 την ηθοποιό Γιούλη Γεωργοπούλου, με την οποία απέκτησε έναν γιο, τον δημοσιογράφο Δημήτρη Κωνσταντάρα. Απέκτησε δύο εγγόνια, το ένα εξ αυτόν φέρει και το όνομά του.



Δεύτερος μεγάλος του έρωτας ήταν η Άννα Καλουτά, μια σχέση που ξεκίνησε από φιλία, αλλά μετατράπηκε σε δυνατό και φλογερό αίσθημα που λόγω του δύσκολου χαρακτήρα του και της απόστασης λόγω των επαγγελματικών του υποχρεώσεων έληξε έπειτα από 6 περίπου χρόνια. Θεωρείται πως η Άννα Καλουτά ήταν η αιτία χωρισμού του από την πρώτη του γυναίκα εξαιτίας του μεγάλου έρωτα που έτρεφε για εκείνη. Ο γιος του ο Δημήτρης Κωνσταντάρας σε προσωπική του συνέντευξη μίλησε για τη σχέση του πατέρα του με την Άννα Καλουτά με τις εξής φράσεις:


«Μία μέρα με φώναξε η Καλουτά σπίτι της. Μου είπε λοιπόν πως δεν ήταν αυτή η πέτρα του σκανδάλου για τον χωρισμό του Λάμπρου από τη γυναίκα του. Μου είπε πως με τον πατέρα σου ερωτευτήκαμε παράφορα, δεν μπορούσαμε να ζήσουμε μακριά ο ένας από τον άλλον. Ήταν έναν μεγάλος έρωτας και σε έναν μεγάλο έρωτα οι μικρότεροι έρωτες συνήθως υποχωρούν».



Η Χριστίνα Σύλβα ήταν ακόμα ένας μεγάλος έρωτας στη ζωή του που δεν κατέληξε στον γάμο. Δεύτερη γυναίκα που παντρεύτηκε σε ηλικά 58 ετών ήταν η Φιλιώ Κεκάτου, η οποία τον συντρόφευσε μέχρι και το τέλος της ζωής του.

Όσοι τον γνώριζαν αναφέρουν ότι ο Λάμπρος Κωνσταντάρας είχε συνήθειες που δύσκολα άλλαζε. Του άρεσε να περπατάει από την ίδια πλευρά του πεζοδρομίου.


«Ήθελε να πηγαίνει από τη Λεωφόρο Συγγρού και ποτέ από τη Βουλιαγμένης. Έτρωγε στο ίδιο μέρος συνέχεια που είχε ο ίδιος αποφασίσει, διέσχιζε τον δρόμο από το ίδιο σημείο, αγόραζε παπούτσια από το ίδιο μαγαζί και διάβαζε ατσαλάκωτη την εφημερίδα του» όπως χαρακτηριστικά αναφέρει ο θεατρολόγος Βασίλης Μαρτσάκης.
Το τέλος της ζωής του

Ο Λάμπρος Κωνσταντάρας έφυγε από τη ζωή το 1985 σε ηλικία 72 ετών, στο «Ασκληπείο» της Βούλας, έπειτα από μια σειρά εγκεφαλικών επεισοδίων. Η αδερφή του, που του είχε ιδιαίτερη αδυναμία, δεν άντεξε τον χαμό του και λίγες μέρες μετά έφυγε και εκείνη από τη ζωή με τον ίδιο ακριβώς τρόπο.

Ανεξίτηλη θα μείνει η εικόνα και αθάνατο το γέλιο του Λάμπρου Κωνσταντάρα, ενός ανθρώπου που κυνηγούσε τα όνειρά του και λάτρευε τη ζωή. Το ταλέντο του θα συντροφεύει γενιές και γενιές, επιβεβαιώνοντας σε κάθε ατάκα του, σε κάθε γέλιο που θα σκορπά από τους ρόλους του πως: «Ηθοποιός σημαίνει φως».


Αποτέλεσμα εικόνας για κωνστανταρας ατακες
Αποτέλεσμα εικόνας για κωνστανταρας ατακες
Αποτέλεσμα εικόνας για κωνστανταρας ατακες

Αποτέλεσμα εικόνας για κωνστανταρας ατακες

Αποτέλεσμα εικόνας για κωνστανταρας ατακες
Αποτέλεσμα εικόνας για κωνστανταρας ατακες


Αποτέλεσμα εικόνας για κωνστανταρας ατακες

Αποτέλεσμα εικόνας για κωνστανταρας ατακες


Αποτέλεσμα εικόνας για κωνστανταρας ατακες

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου